ΟΙ ΤΣΙΦΛΙΚΑΔΕΣ
Επιστολή του Κώστα Ντάρδα
Σχετικά με την δημοσίευση της εφημερίδας Ταναγραίας για τον Αναγνώστη Δημητρίου ή Τσουρέλην , έχω να σας γνωστοποιήσω τα ακόλουθα που ίσως δεν γνωρίζετε.
Ο Αναγνώστης Δημητρίου γεννήθηκε στο χωριό Κακονησκύρι σήμερα Πάνακτος Δερβενοχωρίων , περίπου το 1800 . Ο πατέρας του ονομαζόταν Γεώργιος Ντάρδας . Είχε δύο αδέλφια μεγαλύτερα τον Τάσσο Ντάρδα και τον Κώτσο Ντάρδα .
Ήταν όμως γραφτό να μείνει ορφανός από μητέρα σε πολύ μικρή ηλικία , νήπιο 2-3 μηνών , και αυτή η ορφάνια να του βγει σε καλό για την μετέπειτα ζωή και να εξελιχθεί σε άνθρωπο των γραμμάτων , σε πολιτευτή σε κομματάρχη , σε βουλευτή και τσιφλικά σε όλο τον νομό Βοιωτίας .
Κατά το διάστημα της πολύ μικρής ηλικίας του ο πατέρας του και τα αδέλφια του τον είχαν μαζί τους , στα μαντριά στην περιφέρεια Κακονησκυρίου γιατί ήταν ποιμένες , και την ημέρα τον άφηναν στην καλύβα που είχαν και ασφαλώς πολλές φορές θα έκλαιγε .
Θεία δύναμη όμως ήταν , το μικρό να το υιοθετήσει μία γίδα , η οποία κάθε πρωί φεύγοντας από το κοπάδι για βοσκή , και κάθε βράδυ που το κοπάδι ερχόταν, άρχιζε και βέλαζε και πήγαινε στην καλύβα που είχαν το μωρό , άνοιγε τα πόδια και το μωρό έπινε το γάλα της γίδας .
Αυτό συνεχίστηκε για μήνες και το μωρό έπαιρνε ζωή και δύναμη από αυτό το γεγονός . Το παιδί το ονόμασαν Ντιάλη η δίσς, (το παιδί της γίδας).
Την εποχή εκείνη στο Μπράτσι (Τανάγρα) Θηβών ήταν κάποιος ονομαζόμενος Δημητρίου ή Τσουρέλης.
Kαλός και αρκετά ευκατάστατος άνθρωπος με αρκετή περιουσία αλλά όμως άτεκνος .
Μαθαίνοντας από γνωστούς ότι το παιδί ήταν χωρίς μητέρα και μικρό , μεταβαίνει στο κακονησκύρι , βρίσκει τον πατέρα του παιδιού και συμφωνούν να το πάρει το παιδί και να το υιοθετήσει .
Αυτό και έγινε . Το παιδί το μεταφέρει στο Μπράτσι, το φρόντιζε, το ανέθρεψε, το μεγάλωσε, το σπούδασε στην Θήβα, καθώς γνώριζε και γράμματα έγινε ιεροψάλτης σε μια εκκλησία της Θήβας και τότε η εκκλησία των Θηβών τον ονομάζει Αναγνώστη.
Ο Αναγνώστης Δημητρίου η Τσουρέλης γίνεται μόνιμος κάτοικος Θηβών δημιουργεί οικογένεια και μετά την απελευθέρωση της χώρας από τους Τούρκους, γίνεται ένας από τους μεγάλους πολιτικούς της χώρας.
Εκλέγεται βουλευτής επί σειράν ετών και βρίσκεται πανταχού παρών σε όλες τις υποθέσεις της επαρχίας Θηβών και ιδιαίτερα στα χωριά του δήμου Τανάγρας.
Αναμιγνύεται δραστικά στον Δήμο Τανάγρας και στις ψηφοφορίες του εκάστοτε δημάρχου δίδοντας εντολή στους οπαδούς του Δερβενοχωρίτες να ψηφίσουν αυτόν που ήθελε αυτός.
Η ψηφοφορία γινόταν στο Χλεμποτσάρι (Ασωπία) όπου ήταν και η έδρα του δήμου.
Κατά την εποχή εκείνη και μετέπειτα όλη η χώρα ήταν στα χέρια των ληστών. Από την Μεγαρίδα ληστές ήταν ο Γκοσδής και Μαγγανάς .
Από τα Βίλλια ληστές ήταν ο Τσούγκος, ο Μεϊντάνης, ο Μεραϊδόνης , ο Κελεπούρης , ο Καραμπέτσος και οι Μπλούμπηδες.
Όλοι οι παραπάνω ληστές δρούσαν στην περιοχή της Μεγαρίδας της Αττικής και της Βοιωτίας.
Παράλληλα όμως δρούσε και η μεγάλη συμμορία του Κακαράπη και Νταβέλη, αλλά και η συμμορία του Μπελιούλη.
Στις 23 Μαρτίου του 1855 συγκρούεται η συμμορία του Νταβέλη στη θέση Φίχθι της περιφέρειας Μάνδρας Αττικής και σκοτώνεται ο λοχαγός αποσματάρχης Καπετάν Κολιός με το όνομα Νικόλαος Ιωάννου, πατέρας του σρατηγού Γεωργίου Νικολαϊδη από την Ελευσίνα .
Το αναφέρει η στρατιωτική εγκυκλοπαίδεια τόμος Α σ. 191.
Η συμμορία του Νταβέλη είχε δημιουργήσει φιλίες με τους ποιμένες εκείνης της εποχής σε κάθε χωριό μεταξύ αυτών ήταν και ο αδελφός του Αναγνώστη Δημητρίου, ο Κώστας Ντάρδας .
Περνώντας από το μαντρί όπου έτρωγαν και έπιναν , του άφησε εμπιστευτικά πολλά χρήματα εκείνης της εποχής σε κέρματα και χαρτονομίσματα με την προϋπόθεση να τα φυλάξει με μεγάλη προσοχή και όταν γυρίσει η συμμορία να του δώσει τα φύλακτρα . Εάν δεν γύριζε ο Νταβέλης , και σκοτωνόταν τα χρήματα θα μένανε στον Κώστα Ντάρδα. Αυτή ήταν η συμφωνία και ο Νταβέλης έφυγε με την παρέα του.
Την επομένη της αναχωρήσεως της συμμορίας ο Κώτσ’ Ντάρδας άρχισε να σκέπτεται για τα χρήματα και βρίσκει την λύση να τα πάει στον αδελφό του Αναγνώστη στην Θήβα , όπως και έγινε .
Ο Αναγνώστης βλέποντας τον αδελφό του με τα χρήματα, του λέγει να τα αφήσει σε αυτόν , και όταν γυρίσουν οι ληστές έρχεσαι να τα πάρεις .
Έφυγε ο Κώτσ’ Ντάρδας και έμεινε ήσυχος αφού πίστευε ότι είχε ασφαλίσει τα χρήματα .
Ο Αναγνώστης Δημητρίου όμως με τα χρήματα αυτά έκανε μεγάλες αγορές . Αγόρασε σπίτια , αμπέλια , χωράφια , μύλους , μέχρι το Δήλεσι, όπως μεταφέρεται και λέγεται από γενιά σε γενιά .
Μετά από ένα χρόνο όμως ή και περισσότερο η συμμορία επιστρέφει και ζητά τα χρήματα , από τον Κωτσ’ Ντάρδα .
Ο ποιμένας τον καθησυχάζει και φεύγει για τον αδελφό του στην Θήβα για να πάρει τα χρήματα. Δίνει μάλιστα και εντολή στους δικούς του ανθρώπους να σφάξουν γίδια , και να εξυπηρετήσουν τους ληστές σε ότι τους ζητήσουν.
Αντί να πάρει τα χρήματα από τον αδελφό του Αναγνώστη , η απάντηση του ήταν να καθυστερήσει τους ληστές, και αυτός θα στείλει το απόσπασμα από την Θήβα για να τους κυνηγήσουν .
Επιστρέφει στο μαντρί με βαριά καρδιά , ο Κώτσ’ Ντάρδας .
Βρίσκει τους ληστές και προσπαθεί να τους καθυστερήσει όπως του είχε πει ο αδελφός του. Οι ληστές όμως είχαν μάθει τι είχε γίνει με τα χρήματα. Είχαν ειδοποιηθεί από τον συγχωριανό του, τον Κώτσ’ Πέππα συνεργάτη των ληστών, ο οποίος είχε μάθει όλη την ιστορία για τα χρήματα και την οποία είπε στους ληστές .
Χρήματα δεν παίρνετε γιατί τα έχει πάρει ο αδελφός του στην Θήβα, και τώρα στέλνει τα αποσπάσματα να σας κυνηγήσουν.
Οι αρχιληστές Νταβέλης και Κακαράπης , γίνονται θηρία.
Σκοτώνουν τον Κώτσ’ Ντάρδα καθώς επίσης και τον δεκαοχτάχρονο Μήτσ’ Ντάρδα παιδί του αδελφού του ,Τάσσ’ Ντάρδα .
Προτού τον σκοτώσουν φιλονίκησαν ο Νταβέλης με τον Κακαράπη .
Ο Νταβέλης δεν ήθελε να τον σκοτώσουν γιατί ο μικρός δεν υπεύθυνος σε τίποτα . Ο Κακαράπης όμως επέμεινε να τον σκοτώσουν.
Εκείνη την στιγμή πετάγεται ένας ληστής και με το γιαταγάνι , του κόβει το κεφάλι του μικρού Μήτσου.
Αυτό έγινε στην θέση Λιάστα Πανάκτου , όπου ήταν τα μαντριά του Κωτσ’ Ντάρδα .
Οι ληστές αφού είχαν πληροφορίες από τον συνεργάτη τους Κωτσ’ Πέππα ότι έρχονται αποσπάσματα , φεύγουν και δια μέσου του κάμπου των Δερβενοχωρίων , κατεβαίνουν προς το χωριό Αγιος Θωμάς Λιάτανη. Πέρασαν το χωριό και μπήκαν μέσα στο κάμπο της Λιάτανης που ήταν γεμάτος αμπέλια .
Ήταν περίπου στα μισά του μηνός Οκτωβρίου και τα σταφύλια είχαν ωριμάσει.
Οι ληστές διανυκτέρευσαν μέσα στα αμπέλια . Ήσαν πολλοί και επόμενο ήταν να κάνουν θόρυβο.
Κατά σύμπτωση όμως ο αγροφύλακας που φιλούσε τα αμπέλια αλλά και όλο τον κάμπο ήταν εκεί κοντά και ακούγοντας τον θόρυβο χωρίς να ξέρει τι συμβαίνει πυροβολεί και η σφαίρα κτύπησε τον ληστή που είχε κόψει το κεφάλι του Μήτσ’ Ντάρδα , αφήνοντάς τον νεκρό.
Οι ληστές θέλοντας να μην παραδοθούν δεν δίνουν συνέχεια στο συμβάν. Τον αφήνουν εκεί και φεύγουν δια μέσου του δάσους Σχηματαρίου, Ριτσώνας , προς την Στερεά Ελλάδα .
Την επόμενη ημέρα οι Λιαταναίοι βρήκαν μαζί και με τον αγροφύλακα μέσα στο αμπέλι τον ληστή νεκρό .
Αυτό ήταν το τέλος του δράματος των Νταρδαίων αλλά και το τέλος του Νταβέλη ήταν το Ζεμενό.
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα ΤΑΝΑΓΡΑΙΑ ,ΤΟ ΕΤΟΣ 1990
Κείμενο του ΘΑΝΑΣΗ ΧΡ.ΚΥΡΙΑΚΟΥ
Επιστολή του Κώστα Ντάρδα
Σχετικά με την δημοσίευση της εφημερίδας Ταναγραίας για τον Αναγνώστη Δημητρίου ή Τσουρέλην , έχω να σας γνωστοποιήσω τα ακόλουθα που ίσως δεν γνωρίζετε.
Ο Αναγνώστης Δημητρίου γεννήθηκε στο χωριό Κακονησκύρι σήμερα Πάνακτος Δερβενοχωρίων , περίπου το 1800 . Ο πατέρας του ονομαζόταν Γεώργιος Ντάρδας . Είχε δύο αδέλφια μεγαλύτερα τον Τάσσο Ντάρδα και τον Κώτσο Ντάρδα .
Ήταν όμως γραφτό να μείνει ορφανός από μητέρα σε πολύ μικρή ηλικία , νήπιο 2-3 μηνών , και αυτή η ορφάνια να του βγει σε καλό για την μετέπειτα ζωή και να εξελιχθεί σε άνθρωπο των γραμμάτων , σε πολιτευτή σε κομματάρχη , σε βουλευτή και τσιφλικά σε όλο τον νομό Βοιωτίας .
Κατά το διάστημα της πολύ μικρής ηλικίας του ο πατέρας του και τα αδέλφια του τον είχαν μαζί τους , στα μαντριά στην περιφέρεια Κακονησκυρίου γιατί ήταν ποιμένες , και την ημέρα τον άφηναν στην καλύβα που είχαν και ασφαλώς πολλές φορές θα έκλαιγε .
Θεία δύναμη όμως ήταν , το μικρό να το υιοθετήσει μία γίδα , η οποία κάθε πρωί φεύγοντας από το κοπάδι για βοσκή , και κάθε βράδυ που το κοπάδι ερχόταν, άρχιζε και βέλαζε και πήγαινε στην καλύβα που είχαν το μωρό , άνοιγε τα πόδια και το μωρό έπινε το γάλα της γίδας .
Αυτό συνεχίστηκε για μήνες και το μωρό έπαιρνε ζωή και δύναμη από αυτό το γεγονός . Το παιδί το ονόμασαν Ντιάλη η δίσς, (το παιδί της γίδας).
Την εποχή εκείνη στο Μπράτσι (Τανάγρα) Θηβών ήταν κάποιος ονομαζόμενος Δημητρίου ή Τσουρέλης.
Kαλός και αρκετά ευκατάστατος άνθρωπος με αρκετή περιουσία αλλά όμως άτεκνος .
Μαθαίνοντας από γνωστούς ότι το παιδί ήταν χωρίς μητέρα και μικρό , μεταβαίνει στο κακονησκύρι , βρίσκει τον πατέρα του παιδιού και συμφωνούν να το πάρει το παιδί και να το υιοθετήσει .
Αυτό και έγινε . Το παιδί το μεταφέρει στο Μπράτσι, το φρόντιζε, το ανέθρεψε, το μεγάλωσε, το σπούδασε στην Θήβα, καθώς γνώριζε και γράμματα έγινε ιεροψάλτης σε μια εκκλησία της Θήβας και τότε η εκκλησία των Θηβών τον ονομάζει Αναγνώστη.
Ο Αναγνώστης Δημητρίου η Τσουρέλης γίνεται μόνιμος κάτοικος Θηβών δημιουργεί οικογένεια και μετά την απελευθέρωση της χώρας από τους Τούρκους, γίνεται ένας από τους μεγάλους πολιτικούς της χώρας.
Εκλέγεται βουλευτής επί σειράν ετών και βρίσκεται πανταχού παρών σε όλες τις υποθέσεις της επαρχίας Θηβών και ιδιαίτερα στα χωριά του δήμου Τανάγρας.
Αναμιγνύεται δραστικά στον Δήμο Τανάγρας και στις ψηφοφορίες του εκάστοτε δημάρχου δίδοντας εντολή στους οπαδούς του Δερβενοχωρίτες να ψηφίσουν αυτόν που ήθελε αυτός.
Η ψηφοφορία γινόταν στο Χλεμποτσάρι (Ασωπία) όπου ήταν και η έδρα του δήμου.
Κατά την εποχή εκείνη και μετέπειτα όλη η χώρα ήταν στα χέρια των ληστών. Από την Μεγαρίδα ληστές ήταν ο Γκοσδής και Μαγγανάς .
Από τα Βίλλια ληστές ήταν ο Τσούγκος, ο Μεϊντάνης, ο Μεραϊδόνης , ο Κελεπούρης , ο Καραμπέτσος και οι Μπλούμπηδες.
Όλοι οι παραπάνω ληστές δρούσαν στην περιοχή της Μεγαρίδας της Αττικής και της Βοιωτίας.
Παράλληλα όμως δρούσε και η μεγάλη συμμορία του Κακαράπη και Νταβέλη, αλλά και η συμμορία του Μπελιούλη.
Στις 23 Μαρτίου του 1855 συγκρούεται η συμμορία του Νταβέλη στη θέση Φίχθι της περιφέρειας Μάνδρας Αττικής και σκοτώνεται ο λοχαγός αποσματάρχης Καπετάν Κολιός με το όνομα Νικόλαος Ιωάννου, πατέρας του σρατηγού Γεωργίου Νικολαϊδη από την Ελευσίνα .
Το αναφέρει η στρατιωτική εγκυκλοπαίδεια τόμος Α σ. 191.
Η συμμορία του Νταβέλη είχε δημιουργήσει φιλίες με τους ποιμένες εκείνης της εποχής σε κάθε χωριό μεταξύ αυτών ήταν και ο αδελφός του Αναγνώστη Δημητρίου, ο Κώστας Ντάρδας .
Περνώντας από το μαντρί όπου έτρωγαν και έπιναν , του άφησε εμπιστευτικά πολλά χρήματα εκείνης της εποχής σε κέρματα και χαρτονομίσματα με την προϋπόθεση να τα φυλάξει με μεγάλη προσοχή και όταν γυρίσει η συμμορία να του δώσει τα φύλακτρα . Εάν δεν γύριζε ο Νταβέλης , και σκοτωνόταν τα χρήματα θα μένανε στον Κώστα Ντάρδα. Αυτή ήταν η συμφωνία και ο Νταβέλης έφυγε με την παρέα του.
Την επομένη της αναχωρήσεως της συμμορίας ο Κώτσ’ Ντάρδας άρχισε να σκέπτεται για τα χρήματα και βρίσκει την λύση να τα πάει στον αδελφό του Αναγνώστη στην Θήβα , όπως και έγινε .
Ο Αναγνώστης βλέποντας τον αδελφό του με τα χρήματα, του λέγει να τα αφήσει σε αυτόν , και όταν γυρίσουν οι ληστές έρχεσαι να τα πάρεις .
Έφυγε ο Κώτσ’ Ντάρδας και έμεινε ήσυχος αφού πίστευε ότι είχε ασφαλίσει τα χρήματα .
Ο Αναγνώστης Δημητρίου όμως με τα χρήματα αυτά έκανε μεγάλες αγορές . Αγόρασε σπίτια , αμπέλια , χωράφια , μύλους , μέχρι το Δήλεσι, όπως μεταφέρεται και λέγεται από γενιά σε γενιά .
Μετά από ένα χρόνο όμως ή και περισσότερο η συμμορία επιστρέφει και ζητά τα χρήματα , από τον Κωτσ’ Ντάρδα .
Ο ποιμένας τον καθησυχάζει και φεύγει για τον αδελφό του στην Θήβα για να πάρει τα χρήματα. Δίνει μάλιστα και εντολή στους δικούς του ανθρώπους να σφάξουν γίδια , και να εξυπηρετήσουν τους ληστές σε ότι τους ζητήσουν.
Αντί να πάρει τα χρήματα από τον αδελφό του Αναγνώστη , η απάντηση του ήταν να καθυστερήσει τους ληστές, και αυτός θα στείλει το απόσπασμα από την Θήβα για να τους κυνηγήσουν .
Επιστρέφει στο μαντρί με βαριά καρδιά , ο Κώτσ’ Ντάρδας .
Βρίσκει τους ληστές και προσπαθεί να τους καθυστερήσει όπως του είχε πει ο αδελφός του. Οι ληστές όμως είχαν μάθει τι είχε γίνει με τα χρήματα. Είχαν ειδοποιηθεί από τον συγχωριανό του, τον Κώτσ’ Πέππα συνεργάτη των ληστών, ο οποίος είχε μάθει όλη την ιστορία για τα χρήματα και την οποία είπε στους ληστές .
Χρήματα δεν παίρνετε γιατί τα έχει πάρει ο αδελφός του στην Θήβα, και τώρα στέλνει τα αποσπάσματα να σας κυνηγήσουν.
Οι αρχιληστές Νταβέλης και Κακαράπης , γίνονται θηρία.
Σκοτώνουν τον Κώτσ’ Ντάρδα καθώς επίσης και τον δεκαοχτάχρονο Μήτσ’ Ντάρδα παιδί του αδελφού του ,Τάσσ’ Ντάρδα .
Προτού τον σκοτώσουν φιλονίκησαν ο Νταβέλης με τον Κακαράπη .
Ο Νταβέλης δεν ήθελε να τον σκοτώσουν γιατί ο μικρός δεν υπεύθυνος σε τίποτα . Ο Κακαράπης όμως επέμεινε να τον σκοτώσουν.
Εκείνη την στιγμή πετάγεται ένας ληστής και με το γιαταγάνι , του κόβει το κεφάλι του μικρού Μήτσου.
Αυτό έγινε στην θέση Λιάστα Πανάκτου , όπου ήταν τα μαντριά του Κωτσ’ Ντάρδα .
Οι ληστές αφού είχαν πληροφορίες από τον συνεργάτη τους Κωτσ’ Πέππα ότι έρχονται αποσπάσματα , φεύγουν και δια μέσου του κάμπου των Δερβενοχωρίων , κατεβαίνουν προς το χωριό Αγιος Θωμάς Λιάτανη. Πέρασαν το χωριό και μπήκαν μέσα στο κάμπο της Λιάτανης που ήταν γεμάτος αμπέλια .
Ήταν περίπου στα μισά του μηνός Οκτωβρίου και τα σταφύλια είχαν ωριμάσει.
Οι ληστές διανυκτέρευσαν μέσα στα αμπέλια . Ήσαν πολλοί και επόμενο ήταν να κάνουν θόρυβο.
Κατά σύμπτωση όμως ο αγροφύλακας που φιλούσε τα αμπέλια αλλά και όλο τον κάμπο ήταν εκεί κοντά και ακούγοντας τον θόρυβο χωρίς να ξέρει τι συμβαίνει πυροβολεί και η σφαίρα κτύπησε τον ληστή που είχε κόψει το κεφάλι του Μήτσ’ Ντάρδα , αφήνοντάς τον νεκρό.
Οι ληστές θέλοντας να μην παραδοθούν δεν δίνουν συνέχεια στο συμβάν. Τον αφήνουν εκεί και φεύγουν δια μέσου του δάσους Σχηματαρίου, Ριτσώνας , προς την Στερεά Ελλάδα .
Την επόμενη ημέρα οι Λιαταναίοι βρήκαν μαζί και με τον αγροφύλακα μέσα στο αμπέλι τον ληστή νεκρό .
Αυτό ήταν το τέλος του δράματος των Νταρδαίων αλλά και το τέλος του Νταβέλη ήταν το Ζεμενό.
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα ΤΑΝΑΓΡΑΙΑ ,ΤΟ ΕΤΟΣ 1990
Κείμενο του ΘΑΝΑΣΗ ΧΡ.ΚΥΡΙΑΚΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου